Ιστορία του Δήμου
Η περιοχή κατοικείται από την Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου ως τους Ελληνιστικούς χρόνους. Αργότερα ο μεγαλύτερος όγκος του πληθυσμού μετακινήθηκε προς την νεόκτιστη Θεσσαλονίκη χωρίς όμως να εγκαταλειφθεί ποτέ η περιοχή. Ως παλαιότερα ευρήματα της περιοχής φέρονται οι ταφικοί τύμβοι της Αρχαίας Αινείας, πόλης που αναφέρεται από το Στράβωνα και εντοπίζεται σήμερα στη γεωγραφική περιοχή της Ν. Μηχανιώνας, βορειοδυτικά, στην παραλία τούμπα - τάμπια. Η Αινεία ήταν πιθανόναποικία των Κορινθίων, ιδρύθηκε στα τέλη του 8ου αι. π.χ., ενώ από τα τέλη του 6ου αι. έκοβε δικό της νόμισμα με σύμβολο το κεφάλι του Αινεία. Τον 5ο αι. αποτέλεσεσύμμαχο των Αθηναίων στη Δηλιακή Συμμαχία. Τον 4ο αι. ξέφυγε από την Αθηναϊκή σφαίρα επιρροής και εντάχθηκε στο Κοινό των Χαλκιδεών μέχρι και το 348 π.χ., οπότεκαταλήφθηκε από τον Φίλιππο Β’, βασιλιά της Μακεδονίας. Η Αινεία ήταν από τους οικισμούς που αναφέρονται στις πηγές ότι το 315 π.χ. συνοικίστηκαν για να αποτελέσουν τη Θεσσαλονίκη, αλλά δεν ερημώθηκε τελείως καθώς εμφανίζονται δραστηριότητές της ακόμη και στον 3ο και 2ο αι. π.χ.
Κατά την δεκαετία του ’90 υπήρξε μία έντονη οικιστική ανάπτυξη της περιοχής από την μετοίκιση πληθυσμού, κυρίως νέων οικογενειών που εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην περιοχή αναζητώντας καλύτερη ποιότητα ζωής, δίπλα στη θάλασσα και τη φύση.
Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, με την ανταλλαγή των πληθυσμών, στην ευρύτερη περιοχή του Δήμου εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες από την Μικρά Ασία δημιουργώντας οικισμούς κατά μήκος της ανατολικής ακτής. Περαία, Ν. Επιβάτες (πρώην Μπαξέ), Αγία Τριάδα στον πρώην Δήμο Θερμαϊκού, Αγγελοχώρι, Ν. Κερασιά στον πρώην Δήμο Μηχανώνας και Μεσημέρι στον Δήμο Επανομής, που σήμερα με τον νόμο Καλλικράτη αποτελούν τον νέο Δήμο Θερμαϊκού.
Κατά τους Βυζαντινούς χρόνους η περιοχή ανήκει στο Καπετανίκον της Καλαμαριάς και κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας καταφέρνει να αποκτήσει προνόμια που εξασφάλισαν την ακεραιότητα των οικισμών. Τον 19ο αιώνα αρχίζει να αναπτύσσεται η οχύρωση της περιοχής καθώς έχει στρατηγική σημασία για την άμυνα της Θεσσαλονίκης. Από τα οχυρωματικά έργα της περιοχής σώζεται ο Φάρος του Αγγελοχωρίου, που βρίσκεται στην ακμή του Ακρωτηρίου του Μεγάλου Εμβόλου και έχει χαρακτηρισθεί ως Διατηρητέο Νεότερο Μνημείο Βιομηχανικής Κληρονομιάς και συμπεριλαμβάνεται στους 25 διατηρητέους φάρους της Ελλάδας. Επίσης σώζονται τα Ναυτικά Οχυρά που βρίσκονται στην ακμή της βόρειας βραχώδους ακτής του μεγάλου εμβόλου (καρά - μπουρνού) σε μία θέση στρατηγικής σημασίας από την αρχαιότητα. Χτίστηκαν στο τέλος του 19ου αι. από Γερμανούς τεχνικούς.