Ολα ανοικτά για τον φόρο υπεραξίας στα ακίνητα. - 03/02/2014

Εντός της εβδομάδας, σύμφωνα με πληροφορίες, αναμένονται οι διευκρινίσεις του οικονομικού επιτελείου για τον φόρο υπεραξίας στα ακίνητα ο οποίος έχει προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στην αγορά. 

Η εγκύκλιος θα ρυθμίζει σειρά ζητημάτων όπως ποια τιμή θα χρησιμοποιείται για την επιβολή του φόρου, η αντικειμενική ή η τιμή που αναγράφεται στο συμβόλαιο. Δεν αποκλείεται να υπάρξουν συντελεστές υπολογισμού ώστε να μην επιβαρύνονται τα ακίνητα που αγοράστηκαν πριν από μερικές δεκαετίες και πωλούνται σε υψηλότερες τιμές.

Ενδεχομένως να υπάρξουν και απαλλαγές για τους ιδιοκτήτες που κράτησαν για πολλά χρόνια τα ακίνητά τους, δηλαδή δεν είχαν σκοπό τον προσπορισμό κέρδους αλλά είχαν σκοπό μόνο την κάλυψη των στεγαστικών τους αναγκών.
Επίσης, φαίνεται να προκρίνεται η διαδικασία υπολογισμού του φόρου από τις εφορίες και η υποχρέωση καταβολής τους από τους συμβολαιογράφους ώστε να μην έχουν οι τελευταίοι την ευθύνη για κάποιο λάθος στο υπολογισμό.

Εν τω μεταξύ η ΠΟΜΙΔΑ προτείνει στην κυβέρνηση τον αυτόματο υπολογισμού του φόρου υπεραξίας ο οποίος όμως θα υπολογίζεται όχι επί της διαφοράς αλλά επί του τιμήματος της πώλησης με συντελεστή 3% (όσο και ο φόρος μεταβίβασης) για όσα ακίνητα αποκτήθηκαν από την 1.1.2007 και μετά, δηλαδή από την τελευταία αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών, και 5% για όσα ακίνητα αποκτήθηκαν οποτεδήποτε προγενέστερα.

Η ΠΟΜΙΔΑ ζητά επίσης να απαλλάσσονται από το φόρο υπεραξίας τα ακίνητα που διακρατήθηκαν από τον ιδιοκτήτη τους για διάστημα μεγαλύτερο των 15 ετών, όπως ισχύει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.
Το κείμενο της επιστολής της ΠΟΜΙΔΑ αναφέρει τα εξής:

Με το άρθρο 41 του Ν. 4172/2013 επαναφέρατε στην ουσία το φόρο αυτομάτου υπερτιμήματος (του νόμου Αλογοσκούφη), ο οποίος κατέρρευσε και αποσύρθηκε εσπευσμένα μετά από λίγους μήνες, λόγω της τεράστιας ζημιάς που επέφερε στην οικονομία και τα ίδια τα δημόσια έσοδα.

Η σημερινή ρύθμιση πάσχει ανίατα στον περίπλοκο και αβέβαιο τρόπο υπολογισμού της αξίας κτήσης των ακινήτων, και ιδιαίτερα των εκ παλαιάς κληρονομιάς, ιδιοκατασκευής ή αντιπαροχής προερχομένων, και δημιουργεί τεράστια δυσκολία στον υπολογισμό του φόρου. 

Όλα αυτά θα οδηγήσουν νομοτελειακά και αυτή τη ρύθμιση σε κατάρρευση, αφού ισοπεδώσει ότι απέμεινε από την «κτηματαγορά» της χώρας μας! Ανατριχίλα, άλλωστε, προκαλεί στους φορολογουμένους η αναφορά και μόνον σε χρήση «συγκριτικών στοιχείων» των Δ.Ο.Υ. για τον προσδιορισμό της αξίας κτήσης!

Παρότι σήμερα είναι αδιανόητο να αναζητεί κανείς «υπεραξία» στους «καταματωμένους» πωλητές ακινήτων, που ξεπουλάνε για να ζήσουν και να ξεχρεώσουν φόρους και χαράτσια, και προκειμένου να ξεπεραστούν με μια κίνηση όλα τα αξεπέραστα προβλήματα της εφαρμογής της ισχύουσας διάταξης, και να μην υπάρξει απώλεια εσόδων του δημοσίου, προτείνουμε να απλοποιήσετε τη διαδικασία υπολογισμού του φόρου αυτού, υπολογίζοντας το φόρο όχι επί της διαφοράς, αλλά επί του πραγματικού (αναγραφομένου στο συμβόλαιο) τιμήματος της πώλησης, ως εξής:
  • με συντελεστή 3% (όσο δηλαδή και ο ΦΜΑ) για όσα ακίνητα αποκτήθηκαν από την 1.1.2007 και μετά, δηλαδή από την τελευταία αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών, και
  • με συντελεστή 5% για όσα ακίνητα αποκτήθηκαν οποτεδήποτε προγενέστερα.
Με τον τρόπο αυτό καθίσταται σαφής και ευχερέστατος ο άμεσος υπολογισμός του φόρου, ο οποίος θα μπορεί να καταβάλλεται και προ της σύνταξης της συμβολαιογραφικής πράξης.

Επίσης, επειδή η φορολόγηση του πωλητή πρέπει να έχει ως στόχο της τη «σπέκουλα» στα ακίνητα, ζητούμε να εξαιρεθούν από το φόρο αυτό:

1.Οι μεταβιβάσεις ακινήτων που διακρατήθηκαν πάνω από 15 έτη, δεδομένου ότι στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, υπάρχει τέτοια εξαίρεση στη δεκαετία.

2.Οι συμβάσεις ανταλλαγής και διανομής ακινήτων, διότι δεν υπάρχει «υπεραξία».

3.Οι μεταβιβάσεις από οικοπεδούχους ακινήτων που αποτελούν εργολαβικό αντάλλαγμα, διότι ο οικοπεδούχος στην πραγματικότητα δεν εισπράττει κανένα τίμημα και άρα ούτε «υπεραξία».